Παρασκευή, 20 Σεπτεμβρίου, 2024
ΑρχικήΕπικαιρότηταΠάνω από 18% των φτωχών δεν καλύπτουν τις ανάγκες τους στην Ελλάδα

Πάνω από 18% των φτωχών δεν καλύπτουν τις ανάγκες τους στην Ελλάδα

Υγεία

*Χειρότερη υγεία, μεγαλύτερη θνησιμότητα,

νοσηρότητα και δυσκολία πρόσβασης

 σε υπηρεσίες υγείας

*Προληπτικές εξετάσεις και φάρμακα

διαπιστώνεται στις χαμηλότερες

κοινωνικοοικονομικές τάξεις

*Σημαντικά συμπεράσματα από τον Ομότιμο Καθηγητή ΕΚΠΑ

και Διευθυντή του ΙΚΠΙ  Γιάννη Τούντα

To μεγαλύτερο χάσμα σε ακάλυπτες ανάγκες υγείας στον ΟΟΣΑ έχει η Ελλάδα, ανάμεσα στα άτομα με υψηλά και χαμηλά εισοδήματα.

Οι ακάλυπτες ανάγκες υγείας αφορούν το 18,1% των χαμηλόμισθων στη χώρα μας και το 0,9% των υψηλόμισθων.

Την ίδια στιγμή, οι ιδιωτικές πληρωμές υγείας στην Ελλάδα είναι οι υψηλότερες στην ΕΕ  και φτάνουν το 35,2% του συνόλου των δαπανών υγείας, αυξάνοντας τον κίνδυνο καταστροφικών δαπανών, ειδικά για τους φτωχότερους. Χαρακτηριστικά, το ποσοστό των νοικοκυριών που αντιμετωπίζει καταστροφικές δαπάνες υγείας αυξήθηκε από 7% σε 8,9% μεταξύ 2010-2019.

Το αποτέλεσμα είναι τα άτομα με οικονομικές δυσκολίες να σταματούν ή να μειώνουν τη φαρμακευτική τους αγωγή χωρίς συμβουλή γιατρού, να είναι σημαντικά περισσότερα από αυτούς που δεν αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα, και η αιτία συνήθως είναι το κόστος.

Το χάσμα πρόσβασης σε περίθαλψη

μεταξύ πλουσίων και φτωχών δεκαπλασιάστηκε

Στα στοιχεία αυτά αναφέρθηκε η κοσμήτορας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, καθηγήτρια Ελπίδα Πάβη, στο πλαίσιο παρουσίασης της μελέτης με θέμα «Κοινωνικές ανισότητες στην υγεία – Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις, ερευνητικά ευρήματα και προτάσεις πολιτικής» που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής (ΙΚΠΙ), με την υποστήριξη της βιοφαρμακευτικής εταιρείας MSD Ελλάδος.

Στη σχετική συνέντευξη Τύπου, ο συντονιστής της μελέτης, Ομότιμος Καθηγητής ΕΚΠΑ και Διευθυντής του ΙΚΠΙ Γιάννης Τούντας, τόνισε ότι το 2021, μεγαλύτερα ποσοστά ατόμων από ανώτερες κοινωνικές τάξεις αξιολόγησαν την υγεία τους ως «εξαιρετική» ή «πολύ καλή» σε σύγκριση με τις κατώτερες τάξεις.

Η καλή υγεία αυξάνεται όσο αυξάνεται το εισόδημα, με το 94% των ατόμων που κερδίζουν πάνω από 3.001 ευρώ μηνιαίως να δηλώνουν «καλή» ή «πολύ καλή» υγεία.

Οι διαφορές στην ύπαρξη χρόνιων ασθενειών ήταν μεγαλύτερες σε άτομα με χαμηλότερη εκπαίδευση το 2013-2022, με τα ποσοστά να είναι τριπλάσια σε σχέση με όσους έχουν τριτοβάθμια εκπαίδευση. Τα ποσοστά αυξήθηκαν το 2020-2021 λόγω της πανδημίας.

Το 2021, οι ανώτερες τάξεις εμφάνιζαν χαμηλότερα ποσοστά χρόνιων νοσημάτων, εκτός από άσθμα, καρδιακή ανεπάρκεια και εγκεφαλικά επεισόδια. Η μεγαλύτερη διαφορά καταγράφηκε στην κατάθλιψη, με 2% στις ανώτερες τάξεις και 12% στις κατώτερες.

Σημαντικές ανισότητες εμφανίζονται και σε ό,τι αφορά τις προληπτικές εξετάσεις, σύμφωνα με τον Κοσμήτορα της Σχολής Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου Κυριάκος Σουλιώτη. Άτομα από ανώτερες κοινωνικές τάξεις πραγματοποιούν τις εξετάσεις αυτές σε μεγαλύτερο ποσοστό, ιδίως αν πρόκειται για πρόληψη καρκίνου. Στα χαμηλά εισοδήματα, το 91,9% δεν έχει κάνει κολονοσκόπηση, ενώ στα υψηλά το ποσοστό είναι 77,5%. Οι γυναίκες με υψηλότερα εισοδήματα αναφέρουν εξέταση μαστού σε ποσοστό 86%, ενώ στις χαμηλότερες τάξεις 46%. Επίσης, το 85% των γυναικών με υψηλότερη εκπαίδευση έχουν κάνει εξέταση τραχηλικού επιχρίσματος (τεστ Παπανικολάου), έναντι 39% στις λιγότερο μορφωμένες.

 

Η φτώχεια φέρνει ασθένεια

«Η μείωση των Κοινωνικών Ανισοτήτων στην Υγεία (ΚΑΥ) είναι μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της εποχής μας», δήλωσε ο Γιάννης Τούντας, αναφέροντας ότι «έρευνα σε 16 ευρωπαϊκές χώρες δείχνει ότι τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα έχουν υψηλότερη θνησιμότητα και χειρότερη υγεία. Στη δυτική Ευρώπη, ο κίνδυνος νόσησης ήταν 1,5-2,5 φορές μεγαλύτερος στα χαμηλότερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα, ακόμα και σε χώρες με ισχυρή κοινωνική πολιτική, όπως οι Σκανδιναβικές». 

 

Στην Ελλάδα

«Η Ελλάδα αντιμετώπισε αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγείας (ΚΑΥ) κατά την οικονομική κρίση του 2010-2018. Τα δημοσιονομικά προγράμματα μείωσαν μισθούς και συντάξεις, αύξησαν την ανεργία και τους φόρους, επηρεάζοντας το βιοτικό επίπεδο των νοικοκυριών. Οι περικοπές στην υγεία, η μείωση των δικαιούχων επιδομάτων, οι αυξήσεις στη συμμετοχή των χρηστών στο κόστος και οι θεσμικές παρεμβάσεις της περιόδου είχαν σημαντικές συνέπειες, που μόλις αρχίζουν να αξιολογούνται», συμπλήρωσε ο κ. Τούντας.

Το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση για την περίοδο 2013-2017 διέφερε σημαντικά ανάμεσα σε άτομα με τριτοβάθμια εκπαίδευση και άτομα με χαμηλότερη εκπαίδευση. Η διαφορά κυμάνθηκε από 1,1 χρόνια το 2014 έως 2,3 χρόνια το 2017, με μέγιστη διαφορά 4,2 ετών το 2013 λόγω της οικονομικής κρίσης που επηρέασε κυρίως τα χαμηλότερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα.

 

Εμπόδια

Την ίδια χρονιά, το 2013, το 25% των χρόνιων ασθενών στην Ελλάδα αντιμετώπισε γεωγραφικά εμπόδια, το 63,5% οικονομικά, και το 58,5% εμπόδια λόγω λιστών αναμονής. Άνεργοι, χαμηλόμισθοι και λιγότερο μορφωμένοι είχαν περισσότερα οικονομικά εμπόδια, ενώ γυναίκες και ασθενείς με χαμηλό εισόδημα ή κακή υγεία αντιμετώπιζαν γεωγραφικά εμπόδια. Οι άνεργοι και χαμηλόμισθοι είχαν περισσότερες πιθανότητες να συναντήσουν λίστες αναμονής. Το χάσμα πρόσβασης σε περίθαλψη μεταξύ πλουσίων και φτωχών δεκαπλασιάστηκε από το 2008 ως το 2013, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat. 

 

Προτάσεις

Κλείνοντας την παρουσίαση της μελέτης ο Γιάννης Τούντας ανέφερε πως «από τα συμπεράσματα της μελέτης γίνεται αντιληπτό ότι οι Κοινωνικές Ανισότητες στην Υγεία στην Ελλάδα επηρεάζονται από παράγοντες όπως το εκπαιδευτικό επίπεδο, το εισόδημα, το φύλο, η οικογενειακή κατάσταση, η ηλικία, η κοινωνική υποστήριξη και οι γεωγραφικοί παράγοντες. Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των Κοινωνικών Ανισοτήτων στην Υγεία (ΚΑΥ), η μελέτη προτείνει:

  1. Συγκρότηση κυβερνητικής/διυπουργικής επιτροπής για την αντιμετώπιση των ΚΑΥ, η οποία θα απαρτίζεται από Υπουργούς που εμπλέκονται στους παρακάτω τομείς πολιτικής: εθνικής οικονομίας και οικονομικών, αγροτικής ανάπτυξης και τροφίμων, εργασίας, κοινωνικών υποθέσεων, κοινωνικής συνοχής και οικογένειας, παιδείας, υγείας. Προτείνεται να προεδρεύει της Επιτροπής ο Πρωθυπουργός και το έργο της να συνεπικουρείται από ειδικούς επιστήμονες.
  2. Δημιουργία «Παρατηρητηρίου» Κοινωνικών Ανισοτήτων στην Υγεία, στο πλαίσιο της λειτουργίας του Οργανισμού Διασφάλισης της Ποιότητας στην Υγεία (ΟΔΙΠΥ). Θα στελεχώνεται από ειδικούς επιστήμονες και θα έχει ως βασικές αρμοδιότητες με βάση τις οδηγίες του ΠΟΥ: α) τον καθορισμό της θεματολογίας, την επιλογή των δεικτών και των διαστάσεων των ΚΑΥ, β) τον εντοπισμό των πηγών και τη συλλογή των δεδομένων, γ) την ανάλυση των δεδομένων, δ) την έκθεση/παρουσίαση των αποτελεσμάτων.
  3. Λήψη συγκεκριμένων άμεσων μέτρων στο ΕΣΥ, στο Φάρμακο, στη χρηματοδότηση, στην αποζημίωση, και στον τομέα της Δημόσιας Υγείας για την αντιμετώπιση των ΚΑΥ, καθώς και επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών που αφορούν στους παραπάνω τομείς, πρωτίστως του ΕΣΥ».

To μεγαλύτερο χάσμα σε ακάλυπτες ανάγκες υγείας στον ΟΟΣΑ έχει η Ελλάδα, ανάμεσα στα άτομα με υψηλά και χαμηλά εισοδήματα.

Επίσκεψη του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο Τζάνειο Νοσοκομείο, τρίτη 6 Φεβρουαρίου 2024. (ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ/ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ/EUROKINISSI)

Oι ιδιωτικές πληρωμές υγείας στην Ελλάδα είναι οι υψηλότερες στην ΕΕ  και φτάνουν το 35,2% του συνόλου των δαπανών υγείας, αυξάνοντας τον κίνδυνο καταστροφικών δαπανών, ειδικά για τους φτωχότερους.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
spot_img
spot_img
spot_img
spot_img

ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ

Πάνω από 18% των φτωχών δεν καλύπτουν τις ανάγκες τους στην Ελλάδα

Υγεία

*Χειρότερη υγεία, μεγαλύτερη θνησιμότητα,

νοσηρότητα και δυσκολία πρόσβασης

 σε υπηρεσίες υγείας

*Προληπτικές εξετάσεις και φάρμακα

διαπιστώνεται στις χαμηλότερες

κοινωνικοοικονομικές τάξεις

*Σημαντικά συμπεράσματα από τον Ομότιμο Καθηγητή ΕΚΠΑ

και Διευθυντή του ΙΚΠΙ  Γιάννη Τούντα

To μεγαλύτερο χάσμα σε ακάλυπτες ανάγκες υγείας στον ΟΟΣΑ έχει η Ελλάδα, ανάμεσα στα άτομα με υψηλά και χαμηλά εισοδήματα.

Οι ακάλυπτες ανάγκες υγείας αφορούν το 18,1% των χαμηλόμισθων στη χώρα μας και το 0,9% των υψηλόμισθων.

Την ίδια στιγμή, οι ιδιωτικές πληρωμές υγείας στην Ελλάδα είναι οι υψηλότερες στην ΕΕ  και φτάνουν το 35,2% του συνόλου των δαπανών υγείας, αυξάνοντας τον κίνδυνο καταστροφικών δαπανών, ειδικά για τους φτωχότερους. Χαρακτηριστικά, το ποσοστό των νοικοκυριών που αντιμετωπίζει καταστροφικές δαπάνες υγείας αυξήθηκε από 7% σε 8,9% μεταξύ 2010-2019.

Το αποτέλεσμα είναι τα άτομα με οικονομικές δυσκολίες να σταματούν ή να μειώνουν τη φαρμακευτική τους αγωγή χωρίς συμβουλή γιατρού, να είναι σημαντικά περισσότερα από αυτούς που δεν αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα, και η αιτία συνήθως είναι το κόστος.

Το χάσμα πρόσβασης σε περίθαλψη

μεταξύ πλουσίων και φτωχών δεκαπλασιάστηκε

Στα στοιχεία αυτά αναφέρθηκε η κοσμήτορας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, καθηγήτρια Ελπίδα Πάβη, στο πλαίσιο παρουσίασης της μελέτης με θέμα «Κοινωνικές ανισότητες στην υγεία – Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις, ερευνητικά ευρήματα και προτάσεις πολιτικής» που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής (ΙΚΠΙ), με την υποστήριξη της βιοφαρμακευτικής εταιρείας MSD Ελλάδος.

Στη σχετική συνέντευξη Τύπου, ο συντονιστής της μελέτης, Ομότιμος Καθηγητής ΕΚΠΑ και Διευθυντής του ΙΚΠΙ Γιάννης Τούντας, τόνισε ότι το 2021, μεγαλύτερα ποσοστά ατόμων από ανώτερες κοινωνικές τάξεις αξιολόγησαν την υγεία τους ως «εξαιρετική» ή «πολύ καλή» σε σύγκριση με τις κατώτερες τάξεις.

Η καλή υγεία αυξάνεται όσο αυξάνεται το εισόδημα, με το 94% των ατόμων που κερδίζουν πάνω από 3.001 ευρώ μηνιαίως να δηλώνουν «καλή» ή «πολύ καλή» υγεία.

Οι διαφορές στην ύπαρξη χρόνιων ασθενειών ήταν μεγαλύτερες σε άτομα με χαμηλότερη εκπαίδευση το 2013-2022, με τα ποσοστά να είναι τριπλάσια σε σχέση με όσους έχουν τριτοβάθμια εκπαίδευση. Τα ποσοστά αυξήθηκαν το 2020-2021 λόγω της πανδημίας.

Το 2021, οι ανώτερες τάξεις εμφάνιζαν χαμηλότερα ποσοστά χρόνιων νοσημάτων, εκτός από άσθμα, καρδιακή ανεπάρκεια και εγκεφαλικά επεισόδια. Η μεγαλύτερη διαφορά καταγράφηκε στην κατάθλιψη, με 2% στις ανώτερες τάξεις και 12% στις κατώτερες.

Σημαντικές ανισότητες εμφανίζονται και σε ό,τι αφορά τις προληπτικές εξετάσεις, σύμφωνα με τον Κοσμήτορα της Σχολής Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου Κυριάκος Σουλιώτη. Άτομα από ανώτερες κοινωνικές τάξεις πραγματοποιούν τις εξετάσεις αυτές σε μεγαλύτερο ποσοστό, ιδίως αν πρόκειται για πρόληψη καρκίνου. Στα χαμηλά εισοδήματα, το 91,9% δεν έχει κάνει κολονοσκόπηση, ενώ στα υψηλά το ποσοστό είναι 77,5%. Οι γυναίκες με υψηλότερα εισοδήματα αναφέρουν εξέταση μαστού σε ποσοστό 86%, ενώ στις χαμηλότερες τάξεις 46%. Επίσης, το 85% των γυναικών με υψηλότερη εκπαίδευση έχουν κάνει εξέταση τραχηλικού επιχρίσματος (τεστ Παπανικολάου), έναντι 39% στις λιγότερο μορφωμένες.

 

Η φτώχεια φέρνει ασθένεια

«Η μείωση των Κοινωνικών Ανισοτήτων στην Υγεία (ΚΑΥ) είναι μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της εποχής μας», δήλωσε ο Γιάννης Τούντας, αναφέροντας ότι «έρευνα σε 16 ευρωπαϊκές χώρες δείχνει ότι τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα έχουν υψηλότερη θνησιμότητα και χειρότερη υγεία. Στη δυτική Ευρώπη, ο κίνδυνος νόσησης ήταν 1,5-2,5 φορές μεγαλύτερος στα χαμηλότερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα, ακόμα και σε χώρες με ισχυρή κοινωνική πολιτική, όπως οι Σκανδιναβικές». 

 

Στην Ελλάδα

«Η Ελλάδα αντιμετώπισε αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγείας (ΚΑΥ) κατά την οικονομική κρίση του 2010-2018. Τα δημοσιονομικά προγράμματα μείωσαν μισθούς και συντάξεις, αύξησαν την ανεργία και τους φόρους, επηρεάζοντας το βιοτικό επίπεδο των νοικοκυριών. Οι περικοπές στην υγεία, η μείωση των δικαιούχων επιδομάτων, οι αυξήσεις στη συμμετοχή των χρηστών στο κόστος και οι θεσμικές παρεμβάσεις της περιόδου είχαν σημαντικές συνέπειες, που μόλις αρχίζουν να αξιολογούνται», συμπλήρωσε ο κ. Τούντας.

Το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση για την περίοδο 2013-2017 διέφερε σημαντικά ανάμεσα σε άτομα με τριτοβάθμια εκπαίδευση και άτομα με χαμηλότερη εκπαίδευση. Η διαφορά κυμάνθηκε από 1,1 χρόνια το 2014 έως 2,3 χρόνια το 2017, με μέγιστη διαφορά 4,2 ετών το 2013 λόγω της οικονομικής κρίσης που επηρέασε κυρίως τα χαμηλότερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα.

 

Εμπόδια

Την ίδια χρονιά, το 2013, το 25% των χρόνιων ασθενών στην Ελλάδα αντιμετώπισε γεωγραφικά εμπόδια, το 63,5% οικονομικά, και το 58,5% εμπόδια λόγω λιστών αναμονής. Άνεργοι, χαμηλόμισθοι και λιγότερο μορφωμένοι είχαν περισσότερα οικονομικά εμπόδια, ενώ γυναίκες και ασθενείς με χαμηλό εισόδημα ή κακή υγεία αντιμετώπιζαν γεωγραφικά εμπόδια. Οι άνεργοι και χαμηλόμισθοι είχαν περισσότερες πιθανότητες να συναντήσουν λίστες αναμονής. Το χάσμα πρόσβασης σε περίθαλψη μεταξύ πλουσίων και φτωχών δεκαπλασιάστηκε από το 2008 ως το 2013, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat. 

 

Προτάσεις

Κλείνοντας την παρουσίαση της μελέτης ο Γιάννης Τούντας ανέφερε πως «από τα συμπεράσματα της μελέτης γίνεται αντιληπτό ότι οι Κοινωνικές Ανισότητες στην Υγεία στην Ελλάδα επηρεάζονται από παράγοντες όπως το εκπαιδευτικό επίπεδο, το εισόδημα, το φύλο, η οικογενειακή κατάσταση, η ηλικία, η κοινωνική υποστήριξη και οι γεωγραφικοί παράγοντες. Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των Κοινωνικών Ανισοτήτων στην Υγεία (ΚΑΥ), η μελέτη προτείνει:

  1. Συγκρότηση κυβερνητικής/διυπουργικής επιτροπής για την αντιμετώπιση των ΚΑΥ, η οποία θα απαρτίζεται από Υπουργούς που εμπλέκονται στους παρακάτω τομείς πολιτικής: εθνικής οικονομίας και οικονομικών, αγροτικής ανάπτυξης και τροφίμων, εργασίας, κοινωνικών υποθέσεων, κοινωνικής συνοχής και οικογένειας, παιδείας, υγείας. Προτείνεται να προεδρεύει της Επιτροπής ο Πρωθυπουργός και το έργο της να συνεπικουρείται από ειδικούς επιστήμονες.
  2. Δημιουργία «Παρατηρητηρίου» Κοινωνικών Ανισοτήτων στην Υγεία, στο πλαίσιο της λειτουργίας του Οργανισμού Διασφάλισης της Ποιότητας στην Υγεία (ΟΔΙΠΥ). Θα στελεχώνεται από ειδικούς επιστήμονες και θα έχει ως βασικές αρμοδιότητες με βάση τις οδηγίες του ΠΟΥ: α) τον καθορισμό της θεματολογίας, την επιλογή των δεικτών και των διαστάσεων των ΚΑΥ, β) τον εντοπισμό των πηγών και τη συλλογή των δεδομένων, γ) την ανάλυση των δεδομένων, δ) την έκθεση/παρουσίαση των αποτελεσμάτων.
  3. Λήψη συγκεκριμένων άμεσων μέτρων στο ΕΣΥ, στο Φάρμακο, στη χρηματοδότηση, στην αποζημίωση, και στον τομέα της Δημόσιας Υγείας για την αντιμετώπιση των ΚΑΥ, καθώς και επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών που αφορούν στους παραπάνω τομείς, πρωτίστως του ΕΣΥ».

To μεγαλύτερο χάσμα σε ακάλυπτες ανάγκες υγείας στον ΟΟΣΑ έχει η Ελλάδα, ανάμεσα στα άτομα με υψηλά και χαμηλά εισοδήματα.

Επίσκεψη του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο Τζάνειο Νοσοκομείο, τρίτη 6 Φεβρουαρίου 2024. (ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ/ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ/EUROKINISSI)

Oι ιδιωτικές πληρωμές υγείας στην Ελλάδα είναι οι υψηλότερες στην ΕΕ  και φτάνουν το 35,2% του συνόλου των δαπανών υγείας, αυξάνοντας τον κίνδυνο καταστροφικών δαπανών, ειδικά για τους φτωχότερους.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
spot_img
spot_img
spot_img

ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ