Στρατηγική Αυτονομία και Ενεργειακή Αυτάρκεια

0
2
229767 038

Το τελευταίο διάστημα όλο και ποιο συχνά, τόσο στην Ευρώπη αλλά και στην χώρα μας, γίνεται αναφορά στις μαγικές λέξεις «στρατηγική αυτονομία». Μαγικές, γιατί υπό μια έννοια και με δεδομένη την αλληλεξάρτηση των οικονομιών σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία, υποδηλώνουν έναν ανεκπλήρωτο πόθο

facebook sharing button

messenger sharing button

whatsapp sharing button

twitter sharing button

linkedin sharing button

email sharing button

sharethis sharing button

Δηλαδή, της δυνατότητας όπως ανεξάρτητες χώρες ή και η Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολο της, να δρα αυτοβούλως προάγοντας τα εκάστοτε συμφέροντα της, χωρίς να εξαρτάται από τρίτες δυνάμεις, στην λήψη αποφάσεων στρατηγικής μορφής.

Αποφάσεις που αφορούν την κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής, την βιομηχανία και το εμπόριο, την άμυνα, την ενέργεια και την γεωργία, για να αναφερθούμε επιλεκτικά σε ορισμένους κομβικούς τομείς.

Σύμφωνα με το λεξιλόγιο των Βρυξελλών η «στρατηγική αυτονομία» ορίζεται ως η ικανότητα της Ευρώπης να ορίζει τις δικές της προτεραιότητες και να ενεργεί αυτόνομα με στόχο την υλοποίηση τους, «όπου αυτό είναι αναγκαίο, καθώς και με τους εταίρους, όταν αυτό είναι δυνατό». Το δε ενδιαφέρον για στρατηγική αυτονομία προέκυψε ως  αποτέλεσμα του σοκ που υπέστη η Ευρώπη με το Covid-19 και στη συνέχεια με το Inflation Reduction Act της κυβέρνησης Μπάιντεν το 2021, όταν οι Κομισάριοι στις Βρυξέλλες είδαν έντρομοι την Ευρωπαϊκή βιομηχανία να εγκαταλείπει μαζικά την ΕΕ για τις ΗΠΑ, προκειμένου να επωφεληθεί των γενναίων επιδοτήσεων και του νέου τεχνολογικού περιβάλλοντος. Στην συνέχεια η ανάληψη εκ νέου της Αμερικανικής  εξουσίας από τον Ντόναλντ Τραμπ και η πλήρης περιφρόνηση του προς την Ευρώπη, επέφερε  ένα ακόμα σοβαρό πλήγμα στο αφήγημα περί ισχυρής και ανεξάρτητης ΕΕ.  Η συνειδητοποίηση για τη ανάγκη απόκτησης στρατηγικής αυτονομίας έγινε ακόμα ποιο αισθητή.

Όμως η δυνατότητα για την ΕΕ απόκτησης στρατηγικής αυτονομίας κυρίως στα θέματα οικονομίας, άμυνας και ενέργειας εν όψει της σημερινής κατάστασης όπου υπάρχει ένα ξεκάθαρα διαμορφωμένο αμυντικό πλαίσιο στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και των κανόνων του Διεθνούς Οργανισμού Εμπορίου αλλά, και το πλέον σημαντικό, της αδυναμίας συναίνεσης μεταξύ των διαφορετικών κρατικών οντοτήτων, στην πράξη είναι άπιαστο όνειρο. Όμως με τον εντεινόμενο εμπορικό ανταγωνισμό από πλευράς ΗΠΑ και Κίνας και την ειλημμένη απόφαση των ΗΠΑ να αποσύρουν την αμυντική ομπρέλα τους από την Ευρώπη, αυτό ακριβώς η ΕΕ θα έπρεπε να επιδιώξει.

Δηλαδή, η πάσει θυσία ανάπτυξη της ικανότητας για λήψη και υλοποίηση στρατηγικών αποφάσεων χωρίς αναφορά σε τρίτους, στην πέρα όχθη του Ατλαντικού. Η γέφυρα αυτή δεν υφίσταται πλέον και είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν υπάρξει ξανά. Όμως, αυτή η ικανότητα για στρατηγική αυτονομία στην πράξη αποδεικνύεται ένα εξαιρετικά δύσκολο, εάν όχι ακατόρθωτο, εγχείρημα με δεδομένες τις σοβαρές αδυναμίες και δυσλειτουργίες που παρουσιάζει το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Και ναι μεν η ΕΕ ως σύνολο με τα 450 εκατομμύρια πληθυσμό και € 17 τρισεκ. ΑΕΠ ( έναντι $ 27,2 των ΗΠΑ και $ 17,9 της Κίνας) εμφανίζεται προς τα έξω ως μια ασυναγώνιστη οικονομική δύναμη, όμως όπως όλοι γνωρίζουμε στη πράξη είναι ένας γεωπολιτικός νάνος αφού στερείται της ικανότητας για ενιαία κίνηση και συντονισμένο βηματισμό.

Μέχρι στιγμής στους κόλπους της ΕΕ και σε ό,τι αφορά την διαμόρφωση ικανότητας για στρατηγική αυτονομία, η όλη συζήτηση και προσπάθεια περιορίζεται  (λαθεμένα) στον στόχο για την δημιουργία ενιαίας αμυντικής ικανότητας (βλέπε Λευκή Βίβλο  για την Άμυνα και το πρόγραμμα Rearm). Μια αδιέξοδη προσπάθεια την στιγμή που υφίσταται το ΝΑΤΟ. Αντίθετα, και απείρως σημαντικότερη σε αυτό το στάδιο κατά την άποψη μας, είναι η ανάγκη μείωσης της μεγάλης ( άνω του 65%) ενεργειακής εξάρτησης της ΕΕ από εισαγόμενα καύσιμα κάθε μορφής. Σε πρόσφατο άρθρο μας στην ΕτΚ (16/2) εξηγούμε με λεπτομέρεια το ενεργειακό πρόβλημα της Ευρώπης, που δεν κάνει άλλο από το έλλειμμα προμήθειας. Με άλλα λόγια η ΕΕ θα έπρεπε να θέσει ως στρατηγικό στόχο την ενεργειακή της αυτάρκεια, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί εάν κινητοποιηθούν και αξιοποιηθούν όλες ανεξαιρέτως οι πηγές ενέργειας και όχι μόνον αυτές των ΑΠΕ. Αυτό θα σήμαινε εγκατάλειψη των ανέφικτων κλιματικών στόχων χωρίς απαραιτήτως σοβαρή αύξηση των εκπομπών, αφού εν τω μεταξύ θα έχει βελτιωθεί σημαντικά η αποδοτικότητα των εμπλεκόμενων τεχνολογιών.

Προς την κατεύθυνση της ενεργειακής αυτοδυναμίας θα πρέπει να στραφεί η Ελλάδα εάν θέλουμε να δούμε την οικονομία μας να αναπτύσσεται πραγματικά (όχι το αναιμικό 2.0-2.5%) πετυχαίνοντας ρυθμούς ανάπτυξης του ΑΕΠ άνω του 5,0% και την χώρα να μεταβαίνει στο νέο τεχνολογικό περιβάλλον, βελτιώνοντας παράλληλα το βιοτικό επίπεδο και εξαφανίζοντας την ανεργία. Στόχος η μείωση ή και μηδενισμός της απαράδεκτα υψηλής ενεργειακής εξάρτησης της χώρας, που αγγίζει πλέον το 80%, και υποσκάπτει την ενεργειακή μας ασφάλεια. Η χώρα μας είναι προικισμένη με μεγάλη ποικιλία ενεργειακών πηγών και πρώτων υλών που όμως αγνοούμε ή δεν θέλουμε να αναπτύξουμε λόγω μιας εσφαλμένης δήθεν περιβαλλοντικής ευαισθησίας και μιας ανεξήγητης πίστης στην Εδέμ της λεγόμενης πράσινης  μετάβασης.

Μπορεί σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία οι εισαγωγές πετρελαίου και άλλων ενεργειακών πρώτων υλών και προϊόντων να θεωρούνται αυτονόητες στο πλαίσιο λειτουργίας μιας ανταγωνιστικής αγοράς, πλην όμως η μεγάλη ενεργειακή εξάρτηση, όπως είναι η περίπτωση της σημερινής Ελλάδας, εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού και αποδυναμώνει γεωστρατηγικά την θέση της χώρας. Εάν όμως εξετάσουμε σφαιρικά την κατάσταση στον Ελλαδικό χώρο από πλευράς ενεργειακών πρώτων υλών, η χώρα είναι ενεργειακά πλούσια διαθέτοντας σημαντικά κοιτάσματα στερεών καυσίμων, υδρογονανθράκων και κρίσιμων μεταλλευμάτων (βωξίτης, αλουμίνιο, νικέλιο, γάλιο, αντιμόνιο, ουράνιο κ.λπ.), η αξιοποίηση των οποίων σε συνδυασμό με τις ΑΠΕ – που χάρις στις υψηλές και επιδοτούμενες τιμές στους αυτοπαραγωγούς έχουν αναπτυχθεί σημαντικά την τελευταία 10ετια – μπορεί να καταστήσει την Ελλάδα πραγματικά ενεργειακά ανεξάρτητη. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα μηδενισθούν απαραίτητα οι εισαγωγές ενεργειακών προϊόντων – καθότι πάντοτε θα υπάρχουν ανταλλαγές ηλεκτρισμού με τις γειτονικές χώρες για λόγους εξισορρόπησης φορτίων καθώς και εισαγωγές πετρελαϊκών προϊόντων σε ανταγωνιστικές τιμές – πλην όμως, το τελικό αποτέλεσμα μπορεί να γίνει θετικό από το απόλυτα αρνητικό που είναι σήμερα.

Αναπτύσσοντας σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα απ’ ό,τι σήμερα την εγχώρια παραγωγή ενέργειας, θα μειωθεί η ενεργειακή μας εξάρτηση, θα μπορέσουμε να επιτύχουμε θετικό ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών και θα βελτιωθούν εντυπωσιακά τα οικονομικά της χώρας. Βασική προϋπόθεση για την ανωτέρω αντιστροφή του σημερινού παθητικού ενεργειακού ισοζυγίου είναι η ανάπτυξη των μικρών και μεγάλων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων που διαθέτει η χώρα όχι μόνο στην δυτική Ελλάδα και νότια της Κρήτης αλλά και στην Βόρειο Ελλάδα (π.χ. κοιτάσματα βιογενούς φυσικού αερίου)

Συμπερασματικά, θα πρέπει να επαναπροσδιοριστεί τάχιστα η ενεργειακή πολιτική της κυβέρνησης θέτοντας ως πρωταρχικό στόχο την ριζική βελτίωση της ενεργειακής ασφαλείας της χώρας σε άμεση συνάρτηση με την αύξηση της εγχώριας παραγωγής επιδιώκοντας την πλήρη ανατροπή της σημερινής λίαν επικίνδυνης κατάστασης. Αποκτώντας μερική ή απόλυτη ενεργειακή ανεξαρτησία η Ελλάδα είναι ως να αναβαπτίζεται εθνικά και οικονομικά και αυτό απαιτεί μια τεράστια, πολυεπίπεδη και καλά οργανωμένη και συντονισμένη πανεθνική προσπάθεια.

Εν μέσω του διαρκώς μεταβαλλόμενου διεθνούς περιβάλλοντος και των συνεχών και απρόβλεπτων γεωπολιτικών κινδύνων, ο στόχος για ενεργειακή αυτάρκεια και ενεργειακή ανεξαρτησία δεν μπορεί να θεωρηθεί ουτοπικός, ούτε αποτελεί ένα θεωρητικό κατασκεύασμα. Όσο  ποιο ενεργειακά ισχυρή γίνει η Ελλάδα, τόσο ικανότερη θα καταστεί ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίζει επιτυχώς όποιες αντιξοότητες προκύπτουν σε πολιτικό, οικονομικό και γεωπολιτικό επίπεδο.

Πηγή:http://energia.grhttps://www.energia.gr/article/229767/strathgikh-aytonomia-kai-energeiakh-aytarkeia